Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μορμολύκειο

From LSJ
Revision as of 06:47, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (25)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Χρὴ τῶν ἀγαθῶν διακναιομένων πενθεῖν ὅστις χρηστὸς ἀπ' ἀρχῆς νενόμισται → When a good man is hurt, all who would be called good must suffer with him

Euripides, Alcestis 109-11

Greek Monolingual

το
(ΑΜ μορμολύκειον και μορμολυκεῑον) μορμολύκη
προσωπίδα, μάσκα που παρίστανε το μυθολογικό τέρας Μορμώ και με την οποία οι αρχαίοι Έλληνες φόβιζαν τα παιδιά, σκιάχτρο, φόβητρο, μπαμπούλας
νεοελλ.
(κατ' επέκτ.) πολύ άσχημος άνθρωπος
αρχ.
φρ. «μορμολυκεῑον κωμῳδικόν» — κωμική μάσκα.