διαρρήδην

From LSJ
Revision as of 19:00, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

Ἥδιστόν ἐστιν εὐτυχοῦντα νοῦν ἔχειν → Dulcissimum prudentia inter prospera → Erfreulich ist, wenn man im Glück Vernunft besitzt

Menander, Monostichoi, 207
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαρρήδην Medium diacritics: διαρρήδην Low diacritics: διαρρήδην Capitals: ΔΙΑΡΡΗΔΗΝ
Transliteration A: diarrḗdēn Transliteration B: diarrēdēn Transliteration C: diarridin Beta Code: diarrh/dhn

English (LSJ)

Adv., (διαρρηθῆναι) expressly, explicitly, h.Merc.313, Plb.3.26.5; especially of legal enactments or treaties, διαρρήδην γέγραπται Foed. ap.And.2.14; διαρρήδην εἴρηται μήLys.1.20; ὁ νόμος διαρρήδην λέγει Is.3.68; διαρρήδην ψηφίσασθαι D.19.6; διαρρήδην πέμπειν Pl.Lg.698c; νομοθετεῖν ib.876c.

Spanish (DGE)

adv.
1 de forma explícita, en términos precisos c. verb. de lengua claramente ἐρέεινον h.Merc.313, ἐρῶ Men.Epit.609, λέγει Plb.3.26.5, cf. D.S.4.51, I.BI 1.211, Πλάτωνος ... δ. ὡς ἀπαιδεύτοις μαχομένου τοῖς φιλοσόφοις mientras que Platón polemiza con los filósofos explícitamente como ignorantes Phld.Mus.4.26.25, ὑπισχνεῖτο δ. καὶ σαφῶς Luc.Hist.Cons.14, προσαγορεύω Gr.Thaum.Eccl.M.10.1017B, συκοφαντεῖ CPR 17A.24.7 (IV d.C.), cf. Hsch.
en cont. jur. νομοθετεῖν Pl.Lg.876c, cf. Lys.1.30, ὁ ... νόμος δ. λέγει Is.3.68, μαρτυροῦντας Aeschin.1.98, cf. D.H.5.19, D.C.39.17.1
en tratados γράψαντες Isoc.12.107, And.3.14, en doc. ofic. ἐγέγραπτο Hyp.Ath.10, cf. Din.2.25, IG 22.1013.32 (II a.C.), αἱ θ[εῖαι καὶ βασιλικαὶ] διατάξεις δ. κελεύουσιν μὴ ... SB 10797.4 (III d.C.).
2 expresamente, a propósito c. verb. de acción y movimiento στόλον ... πέμψαντος Δαρείου δ. ἐπί τε Ἀθηναίους καὶ Ἐρετριᾶς Pl.Lg.698c, δ. ἐψηφίσασθε ποιῆσαι D.19.6, συντίθεσθαι Hld.1.26.1.

French (Bailly abrégé)

adv.
en termes précis.
Étymologie: διά, th. Ϝρη- de ῥῆμα.

Greek (Liddell-Scott)

διαρρήδην: ἐπίρρ. (διαρρηθῆναι) ῥητῶς, σαφῶς, ὡρισμένως, Λατ. nominatim, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 313, καὶ παρ’ Ἀττ. πεζ.· ἰδίως ἐπὶ κελευσμάτων τοῦ νόμου, Ἀνδοκ. 25. 20, Λυσ. 94. 31, κτλ.· δ. ψηφίσασθαι Δημ. 342. 29.

Greek Monolingual

διαρρήδην) επίρρ.
ρητά, κατηγορηματικά, απερίφραστα.

Greek Monotonic

διαρρήδην: επίρρ. (βλ. διεῖπον), ρητώς, σαφώς, ορισμένως, κατηγορηματικά, Λατ. nominatim, σε Ομηρ. Ύμν., Αττ.

Russian (Dvoretsky)

διαρρήδην: ῥῆμα adv. в точных выражениях, ясно, определенно (τὰ ἕκαστα ἐρέεινον - v.l. ἐρίδαινον HH; δ. λέγει ὁ νόμος Isae.; νομοθετεῖν Plat.): δ. εἴρηται Lys. ясно сказано (в законе).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διαρρήδην [διά, ῥῆμα] adv., uitdrukkelijk, expliciet.

Middle Liddell

adverb[v. διεῖπον
expressly, distinctly, explicitly, Lat. nominatim, Hhymn., attic

English (Woodhouse)

explicitly, expressly

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)