ὡρόμαντις

From LSJ
Revision as of 22:15, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

Χειμὼν κατ' οἴκους ἐστὶν ἀνδράσιν γυνή → Mulier marito saeva tempestas domi → Als ein Gewitter tobt im Haus dem Mann die Frau

Menander, Monostichoi, 540
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὡρόμαντις Medium diacritics: ὡρόμαντις Low diacritics: ωρόμαντις Capitals: ΩΡΟΜΑΝΤΙΣ
Transliteration A: hōrómantis Transliteration B: hōromantis Transliteration C: oromantis Beta Code: w(ro/mantis

English (LSJ)

εως, ὁ, the hour-prophet, of the cock, prob. in Babr. 124.15 (ὡρομάτην cod. Vat., ὡρονόμον Suid. s.v. πέτανρα).

French (Bailly abrégé)

εως (ὁ) :
celui qui annonce les heures.
Étymologie: ὥρα, μάντις.

Russian (Dvoretsky)

ὡρόμαντις: εως ὁ возвещающий часы (эпитет петуха) Babr.

Greek (Liddell-Scott)

ὡρόμαντις: -εως, ὁ προλέγων τὰς ὥρας, ὁ ἀλεκτρυών, Βαβρ. 124. 5· -ὁ Σουΐδ. ἐν λ. πέταυρα μνημονεύει ὡρονόμος (ἐκ τοῦ Βαβρίου). -Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 537.

Greek Monotonic

ὡρόμαντις: -εως, ὁ, αυτός που προλέγει την ώρα, ο πετεινός, σε Βάβρ.

Middle Liddell

ὡρό-μαντις, εως,
the hour-prophet, of the cock, Babr.