ἐπιπομπεύω
From LSJ
English (LSJ)
triumph over, ταῖς τῆς πατρίδος συμφοραῖς Plu.Caes. 56.
German (Pape)
[Seite 972] worüber triumphiren, ταῖς πατρίδος συμφοραῖς Plut. Caes. 56.
French (Bailly abrégé)
triompher sur, triompher de, τινι.
Étymologie: ἐπί, πομπεύω.
Russian (Dvoretsky)
ἐπιπομπεύω: досл. торжествовать, перен. злорадствовать (ταῖς συμφοραῖς τινος Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιπομπεύω: ἐμπομπεύω, πομπεύω ἐπί τινι, ταῖς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῖς οὐ καλῶς εἶχεν Πλουτ. Καῖσ. 56.
Greek Monolingual
ἐπιπομπεύω (Α) πομπεύω
τελώ πομπή, κάνω θρίαμβο, και επομένως χαίρομαι, πανηγυρίζω («ταῖς τῆς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῑς», Πλούτ.).
Greek Monotonic
ἐπιπομπεύω: μέλ. -σω, θριαμβεύω, τινί, σε Πλούτ.