ἀντιπρεσβεύομαι

From LSJ
Revision as of 17:55, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

ἡγούμενος τῶν ἡδονῶν ἀλλ' οὐκ ἀγόμενος ὑπ' αὐτῶν → of his pleasures he was the master and not their servant

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιπρεσβεύομαι Medium diacritics: ἀντιπρεσβεύομαι Low diacritics: αντιπρεσβεύομαι Capitals: ΑΝΤΙΠΡΕΣΒΕΥΟΜΑΙ
Transliteration A: antipresbeúomai Transliteration B: antipresbeuomai Transliteration C: antipresveyomai Beta Code: a)ntipresbeu/omai

English (LSJ)

Med., send counter-ambassadors, Th.6.75, Luc. Peregr.16: c. dat., Paus.7.9.5:—Act. in Aristid.1.372J., App.Mith. 87.

German (Pape)

[Seite 259] dagegen, ebenfalls Gesandteschicken, Thuc. 4, 118. 6, 75; act., Pol. 8, 138.

French (Bailly abrégé)

envoyer une ambassade à son tour ou en retour.
Étymologie: ἀντί, πρεσβεύω.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιπρεσβεύομαι: отправлять и со своей стороны послов Thuc., Luc.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιπρεσβεύομαι: μέσ., ἀποστέλλω πρέσβεις πρός τινα ὅπως ἀντιπράξωσι κατὰ τῶν πεμφθέντων ὑπ’ ἄλλου, ἀντεπρεσβεύοντο καὶ αὐτοὶ Θουκ. 6.75, Λουκ. Περεγρ. 16· μετὰ δοτ. Παυσ. 7.9, 5.

Greek Monolingual

ἀντιπρεσβεύομαι (Α)
στέλνω σε ανταπάντηση πρέσβεις σε κάποιον που έστειλε πρέσβεις προηγουμένως.

Greek Monotonic

ἀντιπρεσβεύομαι: μέλ. -σομαι, Μέσ., αποστέλλω πρέσβεις με τη σειρά μου, σε Θουκ.

Middle Liddell


Mid. to send counter-ambassadors, Thuc.