ἐνδεξιόομαι
From LSJ
τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)
English (LSJ)
go round from left to right, βωμόν E.IA1473.
Spanish (DGE)
rodear por la derecha en señal de buen augurio πατὴρ ἐμὸς ἐνδεξιούσθω βωμόν E.IA 1472.
German (Pape)
[Seite 832] in die Rechte nehmen, mit der Rechten fassen, βωμόν Eur. I. A. 1473.
French (Bailly abrégé)
-οῦμαι;
se diriger vers la droite (pour faire le tour de l'autel).
Étymologie: ἐνδέξιος.
Russian (Dvoretsky)
ἐνδεξιόομαι: правой рукой охватывать или держаться (βωμόν Eur.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐνδεξιόομαι: ἀποθ., δράττομαι, πιάνω διὰ τῆς δεξιᾶς χειρός, ἐνδεξιούσθω βωμὸν Εὐρ. Ι. Α. 1475.
Greek Monotonic
ἐνδεξιόομαι: αποθ., πιάνω στο δεξί χέρι, σε Ευρ.