Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ρίγανη

From LSJ
Revision as of 12:26, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (36)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.

Valerius Maximus, De Factis Dictisque

Greek Monolingual

η, Ν
1. κοινή ονομασία τών αρωματικών αποξηραμένων και τριμμένων φύλλων και ανθοφόρων κορυφών διαφόρων ειδών του γένους ορίγανο και, κυρίως, του είδους Origanum vulgare, που χρησιμοποιείται ως αρωματικό σε πολλά φαγητά
2. κοινή ονομασία του γένους ορίγανο
2. φρ. α) «κολοκύθια με τη ρίγανη» — λέγεται για κάτι το ασυνάρτητο ή για να δηλώσει αδιαφορία ή υποτίμηση για κάτι
β) «βάλ' του ρίγανη» — λέγεται για καταστάσεις αθεράπευτες, αδιόρθωτες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. ὀρίγανον (με σίγηση του αρκτικού άτονου ο-, πρβλ. ρεβίθι < αρχ. ἐρέβινθος) κατά το γένος τών: θρούμπη, σφάκα κ.λπ.].