χιλιόναυς

From LSJ
Revision as of 20:10, 22 March 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " E.''Or.''" to " E., ''Or.''")

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χῑλιόναυς Medium diacritics: χιλιόναυς Low diacritics: χιλιόναυς Capitals: ΧΙΛΙΟΝΑΥΣ
Transliteration A: chiliónaus Transliteration B: chilionaus Transliteration C: chilionafs Beta Code: xilio/naus

English (LSJ)

-εως, ὁ, ἡ, of a thousand ships, στρατός E., Or.352 (anap.); ὁ χ. Ἑλλάδος Ἄρης Id.Andr.106 (eleg.); ἐλάταις χιλιόναυσιν = χιλίαις ναυσί, Id.IA174 (lyr.); also in later Prose, χιλιόναυς στόλος Str. 13.1.27.

German (Pape)

[Seite 1356] εως, aus tausend Schiffen bestehend; στρατός Eur. Or. 352; Ἑλλάδος Ἄρης Andr. 106; ἐλάταις χιλιόναυσιν I. A. 174.

French (Bailly abrégé)

εως (ὁ, ἡ)
formé de mille vaisseaux.
Étymologie: χίλιοι, ναῦς.

Russian (Dvoretsky)

χῑλιόναυς: νεως adj. состоящий из тысячи кораблей (στρατός Eur.): ὁ χ. Ἑλλάδος Ἄρης Eur. Арей, приплывший из Греции на тысяче кораблей; ἐλάταις χιλιόναυσιν Eur. на тысяче судов.

Greek (Liddell-Scott)

χῑλιόναυς: -εως, ὁ, ἡ, ὁ χιλίων νεῶν, ὁ ἐν χιλίοις ναυσὶν ὤν, ὁ μετὰ χιλίων νεῶν, στρατὸς Εὐρ. Ὀρ. 352· ὁ χ. Ἑλλάδος Ἄρης ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 106· ἐλάταις χιλιόναυσιν = χιλίαις ναυσὶ ὁ αὐτ. ἐν Ι. Α. 174· - ἅπαντα ταῦτα λυρικὰ χωρία.

Greek Monolingual

-εως, ὁ, ἡ, ΜΑ
χιλιοναύτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χιλι(ο)- + ναῦς (πρβλ. μυριόναυς)].

Greek Monotonic

χῑλιόναυς: -εως, ὁ, ἡ, λέγεται για χίλια πλοία, σε Ευρ.

Middle Liddell

of a thousand ships, Eur.