δημόκραντος

From LSJ
Revision as of 11:53, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύgood is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δημόκραντος Medium diacritics: δημόκραντος Low diacritics: δημόκραντος Capitals: ΔΗΜΟΚΡΑΝΤΟΣ
Transliteration A: dēmókrantos Transliteration B: dēmokrantos Transliteration C: dimokrantos Beta Code: dhmo/krantos

English (LSJ)

δημόκραντον, ratified by the people, ἀρὰ δ. A.Ag.457(lyr.).

Spanish (DGE)

-ον ratificado por el pueblo, ἀρά A.A.457.

German (Pape)

[Seite 563] ἀρά, vom Volk bestätigt, Aesch. Ag. 445.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
ratifié par le peuple.
Étymologie: δῆμος, κραίνω.

Russian (Dvoretsky)

δημόκραντος: всенародно принятый, общенародный (ἀρά Aesch.).

Greek (Liddell-Scott)

δημόκραντος: -ον, ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐπικυρωθείς, ἀρὰ δ. Αἰσχύλ.Ἀγ. 457.

Greek Monolingual

δημόκραντος, -ον (Α)
αυτός που επικυρώθηκε από τον λαό («δημοκράντου δ' ἀρᾱς»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < δήμος + -κραντος < κραίνω «φέρω κάτι σε πέρας, εκπληρώνω»].

Greek Monotonic

δημόκραντος: -ον (κραίνω), εγκεκριμένος από το λαό, σε Αισχύλ.

Middle Liddell

κραίνω
ratified by the people, Aesch.