αναζεύγνυμι

From LSJ
Revision as of 06:25, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (3)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἀθρόαις πέντε δραπὼν νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις ἱερὸν εὐζοίας ἄωτον → for five whole nights and days, culling the sacred excellence of joyous living | reaping the sacred bloom of good living for five full nights and as many days

Source

Greek Monolingual

ἀναζεύγνυμι και -νύω (ΑΜ)
μσν.
(για αρχηγό στρατού) γυρίζω πίσω, επιστρέφω με το στράτευμα μου
αρχ.
1. (για στρατό) ζεύω πάλι τα υποζύγια, ξεκινώ, αναχωρώ
2. (για πλοία) ξεκινώ, αποπλέω
3. διαλύω, μετακομίζω το στρατόπεδο
4. φρ. «ἀναζεύγνυμι διά τίνος χώρας», προχωρώ διά μέσου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα- + ζεύγνυμι και ζευγνύω.
ΠΑΡ. αρχ. ἀνάζευξις, ἀναζυγή.