σκυλοκέφαλος
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
Greek Monolingual
ο, Ν
1. αυτός που έχει κεφάλι όμοιο με κεφάλι σκύλου, κυνοκέφαλος
2. (στον πληθ. ως κύριο όν.) οι Σκυλοκέφαλοι
(λαογρ.) α) ονομασία μυθικού λαού αγρίων, που σύμφωνα με την παράδοση είχαν σώμα και φωνή ανθρώπου και κεφάλι σκύλου και κατοικούσαν πέρα από τις Ινδίες
β) μυθικό φύλο περίεργων όντων, που από εμπρός είναι άνθρωποι και από πίσω σκύλοι και τα οποία, κατά μία ερμηνεία, αποτελούν αλληγορική εικόνα τών δολίων και κολάκων, οι οποίοι φανερά προσποιούνται τον φίλο, ενώ στην πραγματικότητα απεργάζονται το κακό εκείνων που τους πιστεύουν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκύλος + -κέφαλος (< κεφαλή), πρβλ. βου-κέφαλος.