τίκτει τοι κόρος ὕβριν, ὅταν κακῷ ὄλβος ἕπηται ἀνθρώπῳ καὶ ὅτῳ μὴ νόος ἄρτιος ᾖ → satiety engenders hybris when great prosperity attends on a base man or one whose mind is not set up right
Full diacritics: φαρμᾰκία | Medium diacritics: φαρμακία | Low diacritics: φαρμακία | Capitals: ΦΑΡΜΑΚΙΑ |
Transliteration A: pharmakía | Transliteration B: pharmakia | Transliteration C: farmakia | Beta Code: farmaki/a |
Ion. -ιη,
A = φαρμακεία, Hp.Decent.10, LXXEx.7.11 (pl.), Man.2.310.
[Seite 1256] ἡ, poet. = φαρμακεία, sp. D.
φαρμᾰκία: Ἰων. -ίη, ποιητ. ἀντὶ φαρμακεία, Μανέθων 2. 310, Χρησμ. Σιβ., κλπ.
η, Ν φαρμάκι
κοινή ονομασία φυτού.