δειπνολόχος

From LSJ
Revision as of 22:08, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3)

τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν πολλαχῶς λέγεται → the term being and the term one are used in many ways, one and being have various meanings, one and being have many senses

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δειπνολόχος Medium diacritics: δειπνολόχος Low diacritics: δειπνολόχος Capitals: ΔΕΙΠΝΟΛΟΧΟΣ
Transliteration A: deipnolóchos Transliteration B: deipnolochos Transliteration C: deipnolochos Beta Code: deipnolo/xos

English (LSJ)

η, ον,

   A laying traps, fishing for invitations to dinner, parasitic, Hes.Op.704.

German (Pape)

[Seite 540] den Gastmählern auflauernd, schmarotzend, Hes. O. 702; VLL.; Göttling δειπνολόχη.

Greek (Liddell-Scott)

δειπνολόχος: -η, -ον, ὁ παραμονεύων τὰ δεῖπνα, ἐπιδιώκων προσκλήσεις εἰς δεῖπνα, παράσιτος, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 702· πρβλ. βωμολόχος.

French (Bailly abrégé)

η, ον :
qui guette un souper, parasite.
Étymologie: δεῖπνον, λόχος.

Spanish (DGE)

-η, -ον
que acecha la comida, parásito Hes.Op.704, Orac.Sib.2.258, Zonar., Sud.

Greek Monolingual

δειπνολόχος, -η, -ον) (Α) ο δειπνοθήρας, ο παράσιτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δείπνον + -λοχος < λόχος (πρβλ. νυκτιλόχος, φρυνολόχος)].

Greek Monotonic

δειπνολόχος: -η, -ον, αυτός που επιδιώκει να προσκαλείται στο δείπνο, παρασιτικός, χαραμοφάης, σε Ησίοδ.