προσβοηθέω
τί δ' ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ, ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι; → What if he should have a radish shoved up his ass because he trusted you and then have hot ashes rip off his hair? What argument will he be able to offer to prevent himself from having a gaping-anus | but suppose he trusts in your advice and gets a radish rammed right up his arse, and his pubic hairs are burned with red-hot cinders. Will he have some reasoned argument to demonstrate he's not a loose-arsed bugger
English (LSJ)
Ion. προσ-βωθέω,
A come to aid, abs., ναυσὶ π. Th.2.25, cf. 6.66, 69, etc.; δέκα ναυσὶν ἐκ τῶν Ἀθηνῶν with ten ships... Id.8.23; στρατιᾷ καὶ ἵπποις v.l. in X.HG1.3.5; προσβωθῆσαι ἐς τὴν Βοιωτίην v.l. in Hdt.8.144; οἷ αὐτοῖς ὁ στρατὸς προσεβεβοηθήκει Th.1.50.
German (Pape)
[Seite 754] ion. προσβωθέω, zur Hülfe herbeieilen, zu Hülfe kommen; προσβωθῆσαι εἰς Βοιωτίην, Her. 8, 144; τινί, Thuc. 6, 66. 69 u. öfter; Xen. Cyr. 1, 4, 19; Pol. 2, 67, 6; εἰς τὴν Ῥώμην, 2, 24, 5.
Greek (Liddell-Scott)
προσβοηθέω: Ἰων. -βωθέω, ἔρχομαι εἰς βοήθειαν, ἔρχομαι φέρων βοήθειαν, ἀπολ., Θουκ. 2. 25., 6. 66, 69, κτλ.· δέκα ναυσὶν ἐκ τῶν Ἀθηνῶν ὁ αὐτ. 8. 23· στρατιᾷ καὶ ἵπποις Ξεν. Ἑλλ. 1. 3, 5· προσβωθῆσαι ἐς τὴν Βοιωτίην Ἡρόδ. 8. 144· οἷ αὐτοῖς ὁ στρατὸς προσβεβοηθήκει Θουκ. 1. 50.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
venir au secours de, dat. ou εἰς et l’acc..
Étymologie: πρός, βοηθέω.
Greek Monotonic
προσβοηθέω: Ιων. -βωθέω, μέλ. -ήσω, έρχομαι να βοηθήσω, έρχομαι να συντρέξω, προσβωθῆσαι ἐς τὴν Βοιωτίην, σε Ηρόδ.· απόλ., σε Θουκ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προσ-βοηθέω, Ion. inf. aor. προςβωθῆσαι, te hulp komen, met dat.
Russian (Dvoretsky)
προσβοηθέω: ион. προσβωθέω приходить на помощь, спешить на выручку (εἰς Βοιωτίην Her.; τινι Thuc., Plut.): ἡ πολλὴ στρατιὰ προσεβεβοηθήκει Thuc. большое войско прибыло на помощь.