εὑρέσιος
From LSJ
Χρὴ τῶν ἀγαθῶν διακναιομένων πενθεῖν ὅστις χρηστὸς ἀπ' ἀρχῆς νενόμισται → When a good man is hurt, all who would be called good must suffer with him
English (LSJ)
Ζεύς, ὁ, = A Juppiter Inventor, D.H.1.39.
German (Pape)
[Seite 1092] ὁ, Zeus als Vorsteher der Erfindungen, D. Hal. 1, 39.
Greek (Liddell-Scott)
εὑρέσιος: Ζεὺς ὁ, ὡς θεὸς τῶν ἐφευρέσεων, Διον. Ἁλ. 1. 39.
Greek Monolingual
εὑρέσιος, ὁ (Α) εύρεσις
(επίθ. του Διός) προστάτης τών επινοήσεων, τών εφευρέσεων.