κατάχολος
From LSJ
ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues
English (LSJ)
ον, A very bilious, ὑποχωρήματα Hp.Epid.7.14, cf.Aët.8.74.
German (Pape)
[Seite 1391] sehr gallig, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
κατάχολος: -ον, (χολὴ) πλήρης χολῆς, Ἱππ. 1215C.
Greek Monolingual
κατάχολος, -ον (Α)
γεμάτος χολή, χολώδης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + -χολος (< χόλος «χολή, οργή»), πρβλ. διά-χολος, περί-χολος].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κατάχολος -ον [κατά, χολή] met veel gal.