χρυσομηλολόνθιον
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
English (LSJ)
τό, Dim. as if from *χρυσομηλολόνθη, a little golden beetle or cockchafer, as a term of endearment, Ar.V.1341.
German (Pape)
[Seite 1381] τό, dim. von χρυσομηλολόνθη, Goldkäferchen, ein Schmeichelwort bei Ar. Vesp. 1341.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
(mon) petit scarabée d'or t. d'amitié.
Étymologie: χρυσός, μηλολόνθη.
Greek (Liddell-Scott)
χρῡσομηλολόνθιον: τό, ὑποκορ. ὥσπερ ἐξ οὐσιαστικοῦ χρυσομηλολόνθη, μικρὸς χρυσοκάνθαρος, ὡς ὅρος ἐκφράζων στοργήν, Ἀριστοφ. Σφ. 1341.
Greek Monolingual
τὸ, Α υποκορ. τ. του χρυσομηλολόνθη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. ενός τ. χρυσομηλολόνθη, ο οποίος, όμως, απαντά μεταγενέστερα].
Greek Monotonic
χρῡσομηλολόνθιον: τό, υποκορ. όπως αν προερχόταν από χρυσομηλολόνθη, μικρό χρυσό σκαθάρι, χρησιμ. ως όρος έκφρασης στοργής, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
χρῡσομηλολόνθιον: τό (шутл.-ласковое обращение) золотистый жучок Arph.
Middle Liddell
χρῡσο-μηλολόνθιον, ου, τό, [Dim. as if from χρυσομηλολόνθη
little golden beetle, as a term of endearment, Ar.