ἐπιδιαιρέω

From LSJ
Revision as of 10:24, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.

Epicurus, Letter to Menoeceus
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιδιαιρέω Medium diacritics: ἐπιδιαιρέω Low diacritics: επιδιαιρέω Capitals: ΕΠΙΔΙΑΙΡΕΩ
Transliteration A: epidiairéō Transliteration B: epidiaireō Transliteration C: epidiaireo Beta Code: e)pidiaire/w

English (LSJ)

A fut. ελῶ PPetr.2p.10 (iii B.C.):—divide, distribute, ἑκάστῳ ἄρτους ἑξήκοντα l.c., cf. Plb.1.73.3; κρέα Schwyzer726.33 (Milet., v B.C.); πολίτας ταῖς φράτραις D.H.2.55; τοὺς στρατιώτας εἰς τὴν σατραπείαν D.S.19.44; αὐτοῖς.. τοὺς ἱππέας ἐπιδιῄρει divided and sent againstthem,App.Hisp.25:—Med., of several, distribute among themselves, Hdt.1.150, 5.116.
II. make a crossincision in, ὑμένα Gal.12.522.

German (Pape)

[Seite 937] (s. αἱρέω), noch dazu theilen, vertheilen, Pol. 1, 73, 3 u. a. Sp.; πολίτας ποιησάμενος ταῖς φράτραις ἐπιδιεῖλε, vertheilte sie unter die Tribus, D. Hal. 2, 55; τοὺς στρατιώτας εἰς τὴν σατραπίαν D. Sic. 19, 44. – Med. darnach unter sich vertheilen, Her. 1, 150. 5, 116.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
f. ἐπιδιαιρήσω, ao.2 ἐπιδιεῖλον;
distribuer, répartir;
Moy. ἐπιδιαιρέομαι partager entre soi.
Étymologie: ἐπί, διαιρέω.

Greek Monotonic

ἐπιδιαιρέω: μέλ. -ήσω, διαιρώ, διανέμω εκ νέου — Μέσ., διανέμουν μεταξύ τους, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

ἐπιδιαιρέω: (fut. ἐπιδιαιρήσω, aor. 2 ἐπιδιεῖλον) (снова) разделять, распределять (ἑπτὰ μυριάδας Λιβύων Polyb.; στρατιώτας εἰς τὴν σατραπίαν Diod.); med. распределять между собой: ἐπιδιείλοντό σφεας αἱ ἕνδεκα πόλιεις Her. (эолийцы) поделили между собой одиннадцать городов (Ионии).

Middle Liddell

fut. ήσω
to divide anew:—Mid. to distribute among themselves, Hdt.