κατωπός

From LSJ

τὰ πρὸ Εὐκλείδου ἐξετάζειν → investigate what happened before the flood, investigate what happened in the distant past, investigate what happened before Euclid, investigate what happened before the year of Euclid

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατωπός Medium diacritics: κατωπός Low diacritics: κατωπός Capitals: ΚΑΤΩΠΟΣ
Transliteration A: katōpós Transliteration B: katōpos Transliteration C: katopos Beta Code: katwpo/s

English (LSJ)

κατωπόν, (ὤψ) with downcast looks. Hippiatr.29, 66.

German (Pape)

[Seite 1407] mit niedergeschlagenen Augen, niedergeschlagen, beschämt, Hippiatr., vgl. κατηφής.

Greek (Liddell-Scott)

κατωπός: -όν, (ὤψ) κατηφής, τεθλιμμένος, ὁ καταβάλλων καὶ προσηλῶν τὰ βλέμματα εἰς τὴν γῆν ἐκ λύπης, Ἱππιατρ., πρβλ. κατηφής, κατῶβλεψ.

Greek Monolingual

κατωπός -όν (Μ)
αυτός που κοιτάζει κάτω λυπημένος, κατηφής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- -ωπός (< θ. -ωπ- του ὄπ-ωπ-α), πρβλ. αντωπός, εισωπός].