πιστοποίηση
From LSJ
Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Anaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
Greek Monolingual
η / πιστοποίησις, ΝΑ πιστοποιώ
η ενέργεια του πιστοποιώ, το να επιβεβαιώνει κανείς κάτι ως αληθινό, επικύρωση
νεοελλ.
1. συνεκδ. έγγραφο, ιδίως επίσημο, με το οποίο πιστοποιείται κάτι, πιστοποιητικό
2. φρ. «πιστοποίηση περιουσίας»
(νομ.) η νόμιμη, από το αρμόδιο όργανο, έκδοση εγγράφου, από όπου προκύπτει η ύπαρξη, σε ορισμένο χρόνο, περιουσιακών στοιχείων ενός νομικού ή φυσικού προσώπου και η τυχόν υποθήκη ή ενεχυρίασή τους.