τερετισμός
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
ὁ, = τερέτισμα (humming, twanging, chirruping, mere sound, twittering, prattle, whistling), of flutes, trilling, Poll. 4.83, cf. Anon. Bellerm. p. 26.
German (Pape)
[Seite 1093] ὁ, das Zwitschern, Zirpen; zunächst von der Stimme der Schwalben u. der Cicaden (s. τερετίζω) dann auch vom Tone der Cithersaiten, auch vom Menschen, bes. Trillern, Präludiren, Music., Arist. probl. 19, 10.
Greek (Liddell-Scott)
τερετισμός: ὁ, = τῷ προηγ., Ἀριστ. Προβλ. 19. 10, Πολυδ. Δ΄, 83.
Greek Monolingual
ο, ΝΑ τερετίζω
κελάηδημα, τερέτισμα
αρχ.
(για πλαγίαυλο) γοργή εναλλαγή δύο συνεχών φθόγγων, τρίλια.