ἀμφίκοπος

From LSJ

ὤμοι, πέπληγμαι καιρίαν πληγὴν ἔσω → Alas! I am struck deep with a mortal blow! | Ah me! I am struck—a right-aimed stroke within me (Aeschylus, Agamemnon 1343)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφίκοπος Medium diacritics: ἀμφίκοπος Low diacritics: αμφίκοπος Capitals: ΑΜΦΙΚΟΠΟΣ
Transliteration A: amphíkopos Transliteration B: amphikopos Transliteration C: amfikopos Beta Code: a)mfi/kopos

English (LSJ)

ἀμφίκοπον, (κόπτω) two-edged, Eust.1531.34.

Spanish (DGE)

-ον de doble filo πέλεκυς Eust.1531.34.

German (Pape)

[Seite 140] von beiden Seiten schneidend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφίκοπος: -ον, (κόπτω, κοπῆναι) δίστομος, Εὐμάθ. 109. 7.

Greek Monolingual

-η, -ο (Μ ἀμφίκοπος, -ον)
αυτός που κόβει και από τις δύο πλευρές, αμφίστομος, δίκοπος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + -κόπος < κόπτω.