ἐπιποθία

Revision as of 20:25, 2 October 2019 by Spiros (talk | contribs) (c1)

English (LSJ)

ἡ,

   A = ἐπιπόθησις, Ep.Rom.15.23.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιποθία: ἡ, = ἐπιπόθησις, Ἐπιστ. π. Ρωμ: ιε΄, 23.

English (Strong)

from ἐπιποθέω; intense longing: great desire.

English (Thayer)

(WH ἐπιποθεία, see under the word εἰ, ἰ), ἐπιποθίας, ἡ, longing: ἅπαξ λεγόμενον. (On the passage cf. Buttmann, 294 (252).)

Greek Monolingual

ἐπιποθία, ἡ (Α) επιποθώ
επιθυμία, λαχτάρα («ἐπιποθίαν δὲ ἔχων τοῡ ἐλθεῑν πρὸς ὑμᾱς», ΚΔ).

Greek Monotonic

ἐπιποθία: ἡ, = ἐπιπόθησις, σε Καινή Διαθήκη

Russian (Dvoretsky)

ἐπιποθία: ἡ томление, желание (ἐπιποθίαν ἔχειν τινός NT).

Chinese

原文音譯:™pipoq⋯a 誒披-坡提阿

詞類次數:名詞(1)

原文字根:在上-渴望(著)

字義溯源:切切想望,切想;源自(ἐπιποθέω)=切慕),由(ἐπί)*=在⋯上)與(πόθεν)X*=渴望)組成

出現次數:總共(1);羅(1)

譯字彙編

1) 我切切想望(1) 羅15:23