ὀλιγάμπελος

From LSJ
Revision as of 20:08, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀλῐγάμπελος Medium diacritics: ὀλιγάμπελος Low diacritics: ολιγάμπελος Capitals: ΟΛΙΓΑΜΠΕΛΟΣ
Transliteration A: oligámpelos Transliteration B: oligampelos Transliteration C: oligampelos Beta Code: o)liga/mpelos

English (LSJ)

ον,

   A scant of vines, νῆσος AP 9.413 (Antiphil.).

German (Pape)

[Seite 319] mit wenigen Weinstöcken, νῆσος, Antiphil. 28 (IX, 413).

Greek (Liddell-Scott)

ὀλῐγάμπελος: -ον, ὁ ὀλίγας ἔχων ἀμπέλους, Ἀνθ. Π. 9. 413.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui n’a que peu de vignes.
Étymologie: ὀλίγος, ἄμπελος.

Greek Monolingual

ὀλιγάμπελος, -ον (Α)
αυτός που έχει λίγα αμπέλια («ὀλιγάμπελος νῆσος», Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀλιγ(ο)- (βλ. λ. λιγο-) + ἄμπελος.

Greek Monotonic

ὀλῐγάμπελος: -ον, αυτός που έχει λίγα αμπέλια, σε Ανθ.