ἐχομένως
βίος ἀνεόρταστος μακρὴ ὁδὸς ἀπανδόκευτος → a life without feasting is a long journey without an inn | a life without festivals is a long journey without inns | a life without festivals is a long road without inns | a life without festivity is a long road without an inn | a life without festivity is like a long road without an inn | a life without holidays is like a long road without taverns | a life without parties is a long journey without inns | a life without public holidays is a long road without hotels
English (LSJ)
Adv. pres. part. of ἔχομαι,
A = ἐφεξῆς, prob. in Epicur. Ep.2p.40U., cf. Apollod.3.1.1, Ph.1.84, A.D.Pron.101.6, Bito 57.1, Petos. ap. Vett.Val.332.32, etc.; ἐ. τινός next after him, D.L.4.23.
German (Pape)
[Seite 1126] adv. zu ἐχόμενος, unmittelbar darauf; λέγειν Apolld. 3, 1, 1; a. Sp.; τινός, gleich nach Einem, D. L. 4, 23.
Greek (Liddell-Scott)
ἐχομένως: Ἐπίρρ. τοῦ ἔχομαι, = ἐφεξῆς. Ἀπολλόδ. 3. 1, 1. Ἀπολλων. περὶ Ἀντωνυμ. 128Β· ἐχομένως τινός, κατόπιν μετά τινα, Διογ. Λ. 4. 23.
Greek Monolingual
ἐχομένως και ἐχόμενα (ΑΜ)
(επίρρ. από τη μτχ. ενεστ. του έχομαι)
(με γεν.) αμέσως, έπειτα, κατόπιν, εν συνεχεία, σε άμεση επαφή, σε προέκταση
αρχ.
(με γεν.)
1. πλησίον, κοντά σε κάτι
2. μαζί με κάποιον, στο σπίτι κάποιου.
Russian (Dvoretsky)
ἐχομένως: ἔχω 9] вслед, непосредственно (ἐφεξῆς καὶ ἑ. Plut.): ἐ. τινός Diog. L. непосредственно за кем-л.