благосклонный
From LSJ
Russian > Greek
εὐμενής ;; εὔνοος ;; εὔνους ;; εὔθυμος ;; προπρεών ;; ἡδύφρων ;; ἵλαος ;; ἵλεως ;; πρόφρων ;; εὐγνώμων ;; ἤπιος ;; φίλιος ;; σύμφρων ;; πρόθυμος ;; πρευμενής ;; εὔχαρις ;; προσφιλής ;; ἀμήνιτος ;; ἀφθόνητος ;; ἐπίφορος ;; ἐπιδέξιος ;; δεξιός ;; εὐχάριστος ;; εὔφρων ;; ἐΰφρων ;; χρηστός ;; εὐνοϊκός ;; φίλος