φρεατία
From LSJ
ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται, ἐν τῷ Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → but be enslaved to each other through love; for the whole Torah is fulfilled in one statement: You will love your neighbor as yourself (Galatians 5:13f.)
English (LSJ)
ἡ, A tank, cistern, X.HG3.1.7, Plb.10.28.2. II opening in a raft, Apollod.Poliorc.191.3.
German (Pape)
[Seite 1304] ἡ, Brunnenbehälter, Xen. Hell. 3, 1,7; Wasserleitung, Pol. 10, 28, 2 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
φρεᾱτία: ἡ, ὑδροθήκη, δεξαμενή, Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 7 (πρβλ. φρεατίας), Πολύβ. 10. 28, 2.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
1 réservoir d’eau;
2 aqueduc, conduit d’eau.
Étymologie: φρέαρ.
Greek Monolingual
Greek Monotonic
φρεᾱτία: ἡ, δεξαμενή ή πηγάδι, σε Ξεν.
Russian (Dvoretsky)
φρεᾱτία: ἡ (искусственный) водоем, канал или канава Xen., Polyb.