προοικονομία

From LSJ
Revision as of 21:45, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

οὕτως ἐξ ἐχθρῶν αὐτοκτόνα πέμπετο δῶρα, ἐν χάριτος προφάσει μοῖραν ἔχοντα μόρου → thus mutual gifts that bring death were bestowed by enemies, gifts that brought the lot of death in the name of a favor

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προοικονομία Medium diacritics: προοικονομία Low diacritics: προοικονομία Capitals: ΠΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Transliteration A: prooikonomía Transliteration B: prooikonomia Transliteration C: prooikonomia Beta Code: prooikovomi/a

English (LSJ)

ἡ, A prefatory summary, Hdn.Fig.p.103 S., Donat.ad Ter.Eun.719, Serv.ad Verg.A.1.226, al., Eust.16.7 (pl.).

German (Pape)

[Seite 737] ἡ, vorhergehende Einrichtung, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

προοικονομία: ἡ, προτέρα διευθέτησις, προδιάθεσις, προοικονομία ἐστὶν ἡ τὰ μέλλοντα διατίθεσθαι προπαρασκευάζουσα λέξις Ρήτορες (Walz) 8. 608, Εὐστ. 16. 7.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ προοικονομῶ
η διευθέτηση εκ τών προτέρων, η προετοιμασία σχεδίου που ακολουθείται στη συνέχεια.