κιθαρῳδία

From LSJ
Revision as of 16:32, 22 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῐθᾰρῳδία Medium diacritics: κιθαρῳδία Low diacritics: κιθαρωδία Capitals: ΚΙΘΑΡΩΔΙΑ
Transliteration A: kitharōidía Transliteration B: kitharōdia Transliteration C: kitharodia Beta Code: kiqarw|di/a

English (LSJ)

ἡ, = κιθαρῴδησις (singing to the cithara), Pl. Lg. 700d (pl.), Ion 533b.

German (Pape)

[Seite 1437] ἡ, dasselbe, neben κιθάρισις Plat. Ion 533 b, öfter, wie Folgde.

Greek (Liddell-Scott)

κῐθᾰρῳδία: ἡ, = τῷ προηγ., Πλάτ. Νόμ. 700D, Ἴων 533Β.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
action de chanter en s’accompagnant de la cithare.
Étymologie: κιθαρῳδός.

Greek Monolingual

ἡ (Α κιθαρῳδία) κιθαρωδώ
κρούση της κιθάρας, κιθάρισμα με συνοδεία ωδής, άσματος.

Greek Monotonic

κῐθᾰρῳδία: ἡ, τραγούδι συνοδεία κιθάρας, σε Πλάτ.

Russian (Dvoretsky)

κῐθᾰρῳδία: ἡ пение под аккомпанемент кифары Plat., Plut.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κιθαρῳδία -ας, ἡ [κιθαρῳδός] zang met begeleiding van citerspel.

Middle Liddell

κῐθᾰρῳδία, ἡ, [from κιθαρωδός]
a singing to the cithara, Plat.