προσάρτημα

From LSJ
Revision as of 16:20, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσάρτημα Medium diacritics: προσάρτημα Low diacritics: προσάρτημα Capitals: ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ
Transliteration A: prosártēma Transliteration B: prosartēma Transliteration C: prosartima Beta Code: prosa/rthma

English (LSJ)

ατος, τό, appendage, Gal.5.396.

German (Pape)

[Seite 752] τό, das Darangeknüpfte, der Anhang, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

προσάρτημα: τό, τὸ προσηρτημένον εἴς τι, Κλήμ. Ἀλ. 488, Γαλην.

Greek Monolingual

το, ΝΑ προσαρτῶ
καθετί που προσαρτάται ή έχει προσαρτηθεί σε κάτι άλλο, εξάρτημα.