κολοβομάχη

From LSJ
Revision as of 02:17, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

δυσφορέω περὶ τὰς ἀναστάσιας → feel ill on getting up

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κολοβομάχη Medium diacritics: κολοβομάχη Low diacritics: κολοβομάχη Capitals: ΚΟΛΟΒΟΜΑΧΗ
Transliteration A: kolobomáchē Transliteration B: kolobomachē Transliteration C: kolovomachi Beta Code: koloboma/xh

English (LSJ)

[ᾰ], ἡ, the interrupted battle, name for Il.8, Sch.B Il.8 init.; also κολοβο-μᾰχία, ἡ, Sch.Leid.Il.13.745 in Valck.Animadv.ad Ammon.p.181; cf. κόλος 3.

German (Pape)

[Seite 1474] ἡ, die unterbrochene Schlacht, so hieß das achte Buch der Ilias, Schol. Il. 8, 1; auch κολοβομαχία.

Greek (Liddell-Scott)

κολοβομάχη: ἡ, ἡ διακοπεῖσα μάχη, ὡς εἷς τῶν Σχολιαστῶν καλεῖ τὴν Θ. ῥαψῳδίαν τῆς Ἰλ.· ἐν τοῖς Ἐνετ. Σχολ., αὐτόθι, «κόλον δὲ μάχην ἤτοι κολοβὴν τὴν Θ. ῥαψῳδίαν καλοῦσι» Εὐστ. 599. 59.

Greek Monolingual

κολοβομάχη και κολοβομαχία, ἡ (Α)
(ονομασία για το Θ της Ιλιάδας) μάχη που δεν τέλειωσε.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κολοβός + μάχη. Ο τ. κολοβομαχία < κολοβός + -μαχία (< -μάχος < μάχομαι), πρβλ. μονομαχία, πεζομαχία].