κολοβομάχη

From LSJ

Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Being rich can even produce a social conscience → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human

Menander, Monostichoi, 120
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κολοβομάχη Medium diacritics: κολοβομάχη Low diacritics: κολοβομάχη Capitals: ΚΟΛΟΒΟΜΑΧΗ
Transliteration A: kolobomáchē Transliteration B: kolobomachē Transliteration C: kolovomachi Beta Code: koloboma/xh

English (LSJ)

[ᾰ], ἡ, the interrupted battle, name for Il.8, Sch.B Il.8 init.; also κολοβομαχία, ἡ, Sch.Leid.Il.13.745 in Valck.Animadv.ad Ammon.p.181; cf. κόλος 3.

German (Pape)

[Seite 1474] ἡ, die unterbrochene Schlacht, so hieß das achte Buch der Ilias, Schol. Il. 8, 1; auch κολοβομαχία.

Greek (Liddell-Scott)

κολοβομάχη: ἡ, ἡ διακοπεῖσα μάχη, ὡς εἷς τῶν Σχολιαστῶν καλεῖ τὴν Θ. ῥαψῳδίαν τῆς Ἰλ.· ἐν τοῖς Ἐνετ. Σχολ., αὐτόθι, «κόλον δὲ μάχην ἤτοι κολοβὴν τὴν Θ. ῥαψῳδίαν καλοῦσι» Εὐστ. 599. 59.

Greek Monolingual

κολοβομάχη και κολοβομαχία, ἡ (Α)
(ονομασία για το Θ της Ιλιάδας) μάχη που δεν τέλειωσε.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κολοβός + μάχη. Ο τ. κολοβομαχία < κολοβός + -μαχία (< -μάχος < μάχομαι), πρβλ. μονομαχία, πεζομαχία].