περικάκησις
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
English (LSJ)
εως, ἡ, extreme ill-luck, Id.1.85.2, al.
German (Pape)
[Seite 578] ἡ, großes Unglück, Verzweiflung mitten im Unglück, Pol. 1, 85, 2. 15, 29, 10.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
découragement, désespoir.
Étymologie: περικακέω.
Greek (Liddell-Scott)
περικάκησις: -εως, ἡ, ἀπελπιστικὴ κατάστασις, Πολύβ. 1. 85. 2, κτλ.
Greek Monolingual
-ήσεως, ἡ, Α περικακώ
πολύ μεγάλη δυστυχία, συμφορά, συσσώρευση δεινών, απελπιστική κατάσταση.
Greek Monotonic
περικάκησις: -εως, ἡ, υπερβολική ατυχία, σε Πολύβ.
Russian (Dvoretsky)
περικάκησις: εως (κᾰ) ἡ великое несчастье, отчаянное положение Polyb.
Middle Liddell
περικάκησις, εως,
extreme ill-luck, Polyb.