περίσεμνος
From LSJ
ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία → root of all the evils is the love of money, for every possible kind of evil can be motivated by the love of money
English (LSJ)
ον, very august, ἀρχή Ar.V.604, cf. Eup.333.
German (Pape)
[Seite 591] auch 3 Endgn, sehr ehrwürdig, Ar. Vesp. 604.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
très grave, majestueux.
Étymologie: περί, σεμνός.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
περί-σεμνος -ον zeer eerbiedwaardig.
Russian (Dvoretsky)
περίσεμνος: высокопочтенный (ἡ ἀρχή Arph.).
Greek Monolingual
-ον, Α
πολύ σεμνός, πολύ σεβαστός, εξαιρετικά σεβάσμιος («τὴν περίσεμνον τριάδα», Φίλ.).
Greek Monotonic
περίσεμνος: -η, -ον, πολύ σεμνός, σε Αριστοφ.
Greek (Liddell-Scott)
περίσεμνος: -η, -ον, πάνυ σεμνός, σεβαστός, Ἀριστοφ. Σφ. 604, Εὔπολις ἐν Ἀδήλ. 45.