Βριάρεως

From LSJ
Revision as of 12:20, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid

Menander, Monostichoi, 145
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Βρῐάρεως Medium diacritics: Βριάρεως Low diacritics: Βριάρεως Capitals: ΒΡΙΑΡΕΩΣ
Transliteration A: Briáreōs Transliteration B: Briareōs Transliteration C: Vriareos Beta Code: *bria/rews

English (LSJ)

[ᾰ], ὁ, gen. Βριάρηο lbyc.45, (βριαρός) a hundred-handed giant, Aegaeon, Il.1.403, Hes.Th.714: Βριάρεω στῆλαι, older name for the Pillars of Hercules, Arist.Fr.678; cf. ὄβριμος. (-ρεως is monosyll. in Ep.)

Spanish (DGE)

-εω, ὁ
• Alolema(s): Βριαρεύς Timocl.12.4, Call.Del.143, Nonn.D.39.291, 43.361, EM 213.18G.
• Prosodia: [-ᾰ-]
• Morfología: [gen. Βριαρῆος Parth.SHell.648]
Briareo mit.
1 n. que los dioses daban al centímano Egeón, hijo de Urano y Gea, que junto con Coto ayudó a expulsar a los titanes del Olimpo Il.1.403, Hes.Th.149, Ibyc.18, Pl.Euthd.299c, Timocl.l.c., Call.l.c., Posidipp.28.9, Apollod.1.1.1, Plu.2.95e, 420a, Luc.DDeor.1.2, ITr.40, Paus.2.1.6, 4.6, Nonn.l.c., EM l.c.
prov. ref. al que tiene fuerza sobrehumana Κόττου ἰσχυρότερος καὶ Βριάρεω más fuerte que Coto y Briareo Apostol.9.98, de Arquímedes οὐ παυσόμεθα πρὸς τὸν γεωμετρικὸν τοῦτον Βριάρεων πολεμοῦντες ...; ¿no dejaremos de luchar contra ese Briareo geómetra ...? Plu.Marc.17
στῆλαι Βριάρεω Columnas de Briareo uno de los primitivos n. de las Columnas de Hércules, Arist.Fr.678, Euph.82, Parth.l.c., Sch.Pi.N.3.40, Hsch.
παλάμαι Βριάρεω manos de Briareo de las cien fuentes del monte Egeón, Arr.Bith.35.
2 cíclope, padre de Sicano y de Etna, Demetr.Call.4.

French (Bailly abrégé)

εω, εῳ, εων (ὁ) :
Briarée, géant à cent bras, défenseur des dieux contre les Titans ; Βριάρεω στῆλαι, les colonnes de Briarée, anc. n. des colonnes d'Hercule ; ὁ γεωμετρικὸς Βριάρεως le Briarée de la géométrie, n. donné à Archimède par Marcellus.
Étymologie: βριαρός.

Russian (Dvoretsky)

Βρῐάρεως: εω (ᾰ) ὁ Бриарей (сторукий исполин - ὃν Αἰγαίων καλέουσιν ἄνδρες Hom., - защищавший богов от титанов Hes.): Βριάρεω στῆλαι Arst. = στῆλαι Ἡράκλειοι; ὁ γεωμετρικὸς Β. Plut. = Ἀρχιμήδης.

Greek (Liddell-Scott)

Βριάρεως: ὁ, (βριᾰρὸς) γίγας ἑκατόγχειρ, καλούμενος οὕτως ὑπὸ τῶν θεῶν, ὑπὸ δὲ τῶν ἀνθρώπων Αἰγαίων, ὅστις ἐβοήθησε τὸν Δία, Ἰλ. Α. 403, πρβλ. Ἡσ. Θ. 714, 817· ἦτο γαμβρὸς τοῦ Ποσειδῶνος καὶ μετὰ τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ Κόττου καὶ Γύ(γ)ου ἐβοήθησε τοὺς θεοὺς ἐναντίον τῶν Τιτάνων· ― Βριάρεω στῆλαι, παλαιότερον ὄνομα τῶν Ἡρακλ. στηλῶν, Ἀριστ. Ἀποσπ. 628. ― Ὡσαύτως Ὀβριάρεως, ἴδε ὄβριμος ἐν τέλ. [-ρεως προφέρεται ὡς μία συλλαβὴ παρ' Ἐπικ.]

English (Autenrieth)

Briareus, a hundredarmed water-giant, Il. 1.403.†

Greek Monotonic

Βριάρεως: [ᾰ]ὁ, εκατόγχειρας γίγαντας, που αποκαλούνταν έτσι από τους θεούς, ενώ από τους ανθρώπους «Αἰγαίων», σε Ομήρ. Ιλ.