τίν

From LSJ
Revision as of 16:00, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τίν Medium diacritics: τίν Low diacritics: τιν Capitals: ΤΙΝ
Transliteration A: tín Transliteration B: tin Transliteration C: tin Beta Code: ti/n

English (LSJ)

Dor. dat. and acc. of σύ (q.v.).

German (Pape)

[Seite 1117] dor. = σοί, dat. zu σύ, wie τεΐν, fast immer orthotonirt; Pind.; Callim. 29. 30 (VI, 347. 351); nur Theocr. 21, 28 enklitisch. – Auch accus., = σέ, orthotonirt; Pind. P. 8, 68; Theocr. 11, 39. 55. 68; Apoll. Dysc.

Russian (Dvoretsky)

τίν: дор.
1) (= σοί) dat. к σύ;
2) ( = σέ) acc. к σύ.

Greek (Liddell-Scott)

τίν: [ῑ], Δωρ. δοτ. τοῦ σύ, ὡς τὸ τεΐν. Πινδ. Ο. 11. 113, Θεόκρ. 2. 11, κ. ἀλλ. - οὐδαμοῦ ἐγκλίνεται· διότι ἐν Θεοκρ. 21. 28 ἤδη διορθοῦται τοι ΙΙ. Δωρ. ἀντὶ σέ, ὡσαύτως μετὰ τοῦ τόνου, Κόριννα 4, Πίνδ. 8, 67, Θεόκρ. 11. 39, 55, 68.

Greek Monolingual

και τίνη Α
(δωρ. τ. της δοτ. και αιτ. της προσ. αντων. β' προσ.) βλ. εσύ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. εσύ].

Greek Monotonic

τίν: [ῑ],
I. όπως το τεΐν, Δωρ. δοτ. του σύ.
II. Δωρ. αντί σέ.