φίλτερος

From LSJ
Revision as of 16:30, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φίλτερος Medium diacritics: φίλτερος Low diacritics: φίλτερος Capitals: ΦΙΛΤΕΡΟΣ
Transliteration A: phílteros Transliteration B: philteros Transliteration C: filteros Beta Code: fi/lteros

English (LSJ)

α, ον, irreg. Comp. of φίλος, Il.11.162, Od.11.360, Hes. Op.309, Pi.I.1.5, E.El.243, Alc.432, Hipp.185 (anap.) (not in A. or S.): in later Prose, D.C.64.14, Jul.Or.2.89a.

German (Pape)

[Seite 1289] unregelm. compar. zu φίλος, w. m. s.

French (Bailly abrégé)

Cp. de φίλος.

Russian (Dvoretsky)

φίλτερος: compar. к φίλος I.

Greek (Liddell-Scott)

φίλτερος: -α, -ον, ἀνώμαλ. συγκρ. τοῦ φίλος, Ἰλ. Λ. 162, Ὀδ. Λ. 360, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 307· δὲν εὑρίσκεται παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς.

English (Autenrieth)

see φίλος.

Greek Monolingual

και δωρ. τ. φίντερος, -έρα, -ον, Α
(συγκριτ. βαθμός του φίλος) πιο αγαπητός, προσφιλέστερος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φίλος + κατάλ. -τερος τών επιθ. συγκριτικού βαθμού (βλ. και λ. φίλος)].

Greek Monotonic

φίλτερος: -α, -ον, ανώμ. συγκρ. του φίλος, σε Όμηρ., Ησίοδ.

Middle Liddell

φίλτερος, η, ον [irreg. comp. of φίλος, Hom., Hes.]