ἀγιστεύω
From LSJ
Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws
Mantoulidis Etymological
(=ἐπιτελῶ ἱερές τελετές, ζῶ μέ εὐσέβεια, ἐξαγνίζω). Ἀπό τό ἅγιος. Ἀπό τήν ἴδια ρίζα οἱ λέξεις: ἁγίζω (=ἀφιερώνω), ἄγος (=μίασμα, ἐξάγνιση), ἅζομαι (=σέβομαι), ἁγνός, ἁγνίζω (=ἐξαγνίζω), ἅγνισμα, ἁγνισμός, ἁγνιστέος, ἁγνιστήριον, ἁγνιστής, ἁγνιστικός, Ἀγνίτας (ἐπώνυμο τοῦ Ἀσκληπιοῦ), ἁγνίτης, ἁγνεύω (=εἶμαι ἁγνός, καθαρίζω), ἁγνεών (=τόπος ἁγνότητας). Ἀπό τό ἀγιστεύω παράγεται τό οὐσ. ἀγιστεία (στόν πληθ. =ἅγιες τελετές).