κορβανᾶς
τῶν Λειβηθρίων ἀμουσότερος → more uncultured than Leibethrans, more uncultured than the people of Leibethra, lowest degree of mental cultivation
English (LSJ)
ὁ, the treasury of the temple at Jerusalem, Ev. Matt. 27.6, J. BJ 2.9.4 (v.l. κορβωνᾶς).
French (Bailly abrégé)
(ὁ) :
trésor du temple, à Jérusalem.
Étymologie: mot hébr.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κορβανᾶς -ᾶ, ὁ κορβᾶν tempelschat.
Greek Monolingual
ο (Α κορβανᾶς)
νεοελλ.
ταμείο, θησαυροφυλάκιο
αρχ.
ιερό ταμείο, ιδίως του ναού στην Ιερουσαλήμ («οὐκ ἔξεστι βαλεῖν αὐτὰ εἰς τὸν κορβανᾱν», ΚΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. < εβρ. korvan «δώρο»].
Chinese
原文音譯:korb©n 可而班
詞類次數:名詞(2)
原文字根:奉獻 相當於: (קָרְבָּן / קֻרְבָּן)
字義溯源:許願的奉獻,各耳板,禮物,殿裏的財庫,庫,獻給神的禮物;源自希伯來文(קָרְבָּן / קֻרְבָּן)=各耳板帶到壇旁,而 (קָרְבָּן / קֻרְבָּן)出自(קָרַב)=接近)。註:這字的音譯:各耳板;意譯:許願的奉獻。參讀 (δόμα)同義字
出現次數:總共(2);太(1);可(1)
譯字彙編:
1) 各耳板(1) 可7:11;
2) 庫(1) 太27:6