αὐτῆμαρ
From LSJ
ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου, ἐπέων δ' ἐνὶ βουλῇ → War finds its end in arms, words find their end in debate (Iliad 16.630)
English (LSJ)
Adv. = αὐθημερόν, on the self-same day, Il.18.454, Od.3.311; for that day, Il.1.81.
Spanish (DGE)
• Alolema(s): αὐθῆμαρ IG 42.618.2 (IV a.C.)
adv. en el día de hoy, hoy mismo, Il.1.81, 18.454, Od.3.311, IG l.c., Call.Del.46, Colluth.199.
French (Bailly abrégé)
adv.
le jour même, le même jour.
Étymologie: αὐτός, ἦμαρ.
German (Pape)
am selbigen Tage, Il. 1.81, 18.454, Od. 3.311. – Sp. Ep.
Russian (Dvoretsky)
αὐτῆμαρ: adv. в тот же день Hom.
Greek (Liddell-Scott)
αὐτῆμαρ: ἐπιρρ. = αὐθημερόν, εἴπερ γὰρ τε χόλον γε καὶ αὐτῆμαρ καταπέψῃ Ἰλ. Α. 81, κτλ.
English (Autenrieth)
Greek Monolingual
αὐτῆμαρ επίρρ. (Α) ήμαρ
την ίδια μέρα, αυθημερόν.
Greek Monotonic
αὐτῆμαρ: επίρρ. = αὐθημερόν, μέσα στην ίδια μέρα, σε Ομήρ. Ιλ.