προαφηγέομαι

From LSJ
Revision as of 11:05, 9 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br")

χαῖρ', ὦ μέγ' ἀχρειόγελως ὅμιλε, ταῖς ἐπίβδαις, τῆς ἡμετέρας σοφίας κριτὴς ἄριστε πάντων → all hail, throng that laughs untimely on the day after the festival, best of all judges of our poetic skill

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προαφηγέομαι Medium diacritics: προαφηγέομαι Low diacritics: προαφηγέομαι Capitals: ΠΡΟΑΦΗΓΕΟΜΑΙ
Transliteration A: proaphēgéomai Transliteration B: proaphēgeomai Transliteration C: proafigeomai Beta Code: proafhge/omai

English (LSJ)

Ion. προαπηγ-, relate before, τὴν συμφορήν Hdt.3.138, cf. PMasp.89.24 (vi.A.D.).

German (Pape)

[Seite 709] ion. προαπηγ., dep. med., vorher erzählen, Her. 3, 138 u. Sp., wie Synes.

French (Bailly abrégé)

-οῦμαι;
exposer auparavant.
Étymologie: πρό, ἀφηγέομαι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προ-αφηγέομαι, Ion. ptc. aor. προαπηγησάμενος, als eerste vertellen.

Greek Monotonic

προαφηγέομαι: Ιων. προ-απηγ-, μέλ. -ήσομαι, αποθ., αφηγούμαι από πριν, σε Ηρόδ.

Greek (Liddell-Scott)

προαφηγέομαι: Ἰων. προαπηγ-, ἀποθετ., διηγοῦμαι πρότερον, τὴν συμφορὴν Ἡρόδ. 3. 138. ― Ἴδε Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογ. Α΄, σ. 258, 263.

Middle Liddell

ionic προ-απηγ fut. ήσομαι
Dep. to relate before, Hdt.