πῦαρ

From LSJ
Revision as of 10:52, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῦαρ Medium diacritics: πῦαρ Low diacritics: πύαρ Capitals: ΠΥΑΡ
Transliteration A: pŷar Transliteration B: pyar Transliteration C: pyar Beta Code: pu=ar

English (LSJ)

gen. and dat. not found, τό, = πυός, first milk after calving, beestings, Ael.Dion.Fr.290 (where πύαρ), Hsch. (where πύας (sic) is glossed πιτύα (leg. πυτία)).

German (Pape)

[Seite 813] τό, = πῦος, die erste Muttermilch u. daraus gemachtes Lab, vgl. Nic. Al. 373.

Greek (Liddell-Scott)

πῦαρ: πύᾰτος, τό, = πυός, τὸ πρωτόρρυτον γάλα μετὰ τὸν τοκετόν, ἡ πυτία σχηματιζομένη ἐξ αὐτοῦ, Αἴλ. Διον. παρ’ Εὐστ. 1626. 5· «πῦαρ· πυτία» Ἡσύχ., ἴδε Νικ. Ἀλεξιφ. 373· - πυαρίτη, εἶναι πιθανῶς πλημμ. γραφ. ἀντὶ πυριάτη παρ’ Εὐστ. 1626. 5.

Greek Monolingual

το / πῡαρ, ΝΑ
το πρωτόγαλα, το πρώτο γάλα της μητέρας
αρχ.
(κατά τον Ησύχ.) «πῡαρ
πυτία».
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. πυός.