τριστάτης

From LSJ
Revision as of 11:11, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τριστάτης Medium diacritics: τριστάτης Low diacritics: τριστάτης Capitals: ΤΡΙΣΤΑΤΗΣ
Transliteration A: tristátēs Transliteration B: tristatēs Transliteration C: tristatis Beta Code: trista/ths

English (LSJ)

[ᾰ], ου, ὁ, one who stands next to the king and queen, vizier, LXX 4 Ki.7.2, al., cf. Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

τριστάτης: [ᾰ], -ου, ὁ, ὁ ἀμέσως μετὰ τὸν βασιλέα καὶ τὴν βασίλισσαν, πρωθυπουργός, Τουρκ. «βεζίρης», Ἑβδ. (Δ΄ Βασ. Ζ΄, 2, πρβλ. Δαν. Ε΄, 29). - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 29.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ
1. ανώτατος αξιωματούχος, αμέσως μετά τον βασιλιά και τη βασίλισσα
2. αυτός που κατέχει την τρίτη θέση στην ιεραρχία
μσν.
κεντυρίων, εκατόνταρχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -στάτης (< ἵστημι), πρβλ. τριτοστάτης].