ἐλαφοκτόνος

From LSJ
Revision as of 12:09, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter

Menander, Monostichoi, 127
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐλᾰφοκτόνος Medium diacritics: ἐλαφοκτόνος Low diacritics: ελαφοκτόνος Capitals: ΕΛΑΦΟΚΤΟΝΟΣ
Transliteration A: elaphoktónos Transliteration B: elaphoktonos Transliteration C: elafoktonos Beta Code: e)lafokto/nos

English (LSJ)

ἐλαφοκτόνον, deer-killing, θεά E.IT1113 (lyr.).

Spanish (DGE)

-ον
matador de ciervos θεά de Ártemis, E.IT 1113, cf. A.D.Adu.189.8.

German (Pape)

[Seite 792] hirschtödtend, Artemis, Eur. I. T 1113.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui tue les cerfs.
Étymologie: ἔλαφος, κτείνω.

Russian (Dvoretsky)

ἐλᾰφοκτόνος: убивающий оленей (θεά = Ἄρτεμις Eur. - v.l. Ἑλλανοφόνος).

Greek (Liddell-Scott)

ἐλᾰφοκτόνος: -ον, ὁ φονεύων ἐλάφους, Εὐρ. Ι. Τ. 1113.

Greek Monolingual

-ο (AM ἐλαφοκτόνος, -ον)
αυτός που σκοτώνει ελάφια (επίθ. της Αρτέμιδος).

Greek Monotonic

ἐλᾰφοκτόνος: -ον (κτείνω), αυτός που σκοτώνει ελάφια, σε Ευρ.

Middle Liddell

ἐλᾰφο-κτόνος, ον κτείνω
deer-killing, Eur.