γεροντοδιδάσκαλος

From LSJ
Revision as of 12:13, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γεροντοδῐδάσκᾰλος Medium diacritics: γεροντοδιδάσκαλος Low diacritics: γεροντοδιδάσκαλος Capitals: ΓΕΡΟΝΤΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ
Transliteration A: gerontodidáskalos Transliteration B: gerontodidaskalos Transliteration C: gerontodidaskalos Beta Code: gerontodida/skalos

English (LSJ)

ὁ, ἡ, old man's master, Pl.Euthd.272c.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ maestro de ancianos οἱ παῖδες οἱ συμφοιτηταί μοι ἐμοῦ τε καταγελῶσι καὶ τὸν Κόννον καλοῦσι γεροντοδιδάσκαλον Pl.Euthd.272c.

German (Pape)

[Seite 486] ὁ, Lehrer der Alten, Plat. Euthyd. 272 e.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
qui enseigne un vieillard.
Étymologie: γέρων, διδάσκαλος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

γεροντοδιδάσκαλος -ου, ὁ γέρων, διδάσκαλος bejaardenleraar.

Russian (Dvoretsky)

γεροντοδιδάσκᾰλος:учитель стариков Plat.

Greek (Liddell-Scott)

γεροντοδῐδάσκαλος: ὁ, ἡ, διδάσκαλος γέροντος, Πλάτ. Εὐθυδ. 272C.

Greek Monolingual

γεροντοδιδάσκαλος, ο (Α)
δάσκαλος ηλικιωμένου ανθρώπου.

Greek Monotonic

γεροντοδῐδάσκαλος: ὁ, ἡ, ο δάσκαλος ενός γέροντα, σε Πλάτ.

Middle Liddell

an old man's master, Plat.