κυματωγή
Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.
English (LSJ)
ἡ, (ἄγνυμι) place where the waves break, beach, Hdt. 4.196,9.100, Luc.Herm.84, etc.: in plural, Democr.164.
German (Pape)
[Seite 1530] ἡ, Wogenbruch (ἄγνυμι) Brandung, die Stelle am Gestade, wo sich die Wellen brechen; Her. 4, 196. 9, 100; Luc. Navig. 9 u. öfter. Der Accent κυματώγη ist falsch, s. Lob. Paralip. p. 380.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κυματωγή -ῆς, ἡ [κῦμα, ἄγνυμι] branding.
Russian (Dvoretsky)
κῡμᾰτωγή: ἡ ἄγνυμι место, где разбиваются волны, взморье Her., Luc., Sext.
Greek Monolingual
η (Α κυμοτωγή)
το σημείο της ακτής όπου σπάζουν τα κύματα
νεοελλ.
το σπάσιμο τών κυμάτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κυματο-αγή με συναίρεση < κῦμα, -α-τ-ος + ἀγή «σπάσιμο» (< ἄγνυμι «σπάζω»)].
Greek Monotonic
κῡμᾰτωγή: ἡ (ἄγνυμι), μέρος στο οποίο ξεσπούν τα κύματα, παραλία, σε Ηρόδ.
Greek (Liddell-Scott)
κῡμᾰτωγή: ἡ, (ἄγνυμι) μέρος ἔνθα τὰ κύματα θραύονται, ἡ ἀκτή, Ἡρόδ. 4. 196., 9. 100, Λουκ. Ἑρμότ. 84, κτλ. (Πρβλ. κυματοαγής.)
Middle Liddell
κῡμᾰτ-ωγή, ἡ, ἄγνυμι
a place where the waves break, the beach, Hdt.