λυχνοστάτης
From LSJ
Greek Monolingual
ο
στήριγμα λύχνου ή λυχνίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύχνος + -στάτης (< συνεσταλμένη βαθμίδα στα-, πρβλ. ἔστα-μεν, στά-σις, του ἵστημι), πρβλ. θερμοστάτης, παραστάτης].
Translations
lampstand
Aramaic Classical Syriac: ܡܙܡܟܐ, ܡܢܪܬܐ; Chinese Mandarin: 燈臺/灯台, 燈座/灯座; Finnish: lampunjalka; Ancient Greek: λυχνοῦχος, λυχνίδιον; Gujarati: દીવી, સમેદાની; Kolami: జల్కెర; Latin: lychnuchus; Malagasy: fanaovan-jiro; Old Church Slavonic: свѣщило