εὐέρκεια
From LSJ
Πᾶσιν γὰρ εὖ φρονοῦσι συμμαχεῖ τύχη → Sapientibus Fortuna se fert opiferam → Mit allen, die klug denken, steht das Glück im Bund
English (LSJ)
ἡ, security, Pl.Lg.778c, 779b.
German (Pape)
[Seite 1065] ἡ, gute Befestigung, Verwahrung, Plat. Legg. VI, 778 c 779 d, wo die vulg. εὐερκία.
Russian (Dvoretsky)
εὐέρκεια: v.l. εὐερκία ἡ укрепленность, защищенность: εὐέρκειαν ἔχειν Plat. быть защищенным; εὐερκείας τινὸς χάριν Plat. для защиты чего-л.
Greek (Liddell-Scott)
εὐέρκεια: ἡ, ἀσφάλεια, Πλάτ. Νόμ. 778C, 779Β· διάφ. γραφ. εὐερκία.