προβουλή

From LSJ
Revision as of 15:20, 16 April 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "athung" to "atung")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προβουλή Medium diacritics: προβουλή Low diacritics: προβουλή Capitals: ΠΡΟΒΟΥΛΗ
Transliteration A: proboulḗ Transliteration B: proboulē Transliteration C: provouli Beta Code: proboulh/

English (LSJ)

ἡ,
A forethought, ἐκ προβουλῆς of malice aforethought, Antipho 1.5, D.C.47.4, etc.
II standing committee, ἡ βουλὴ καὶ ἡ π. dub. in BCH26.168 (Syria, i/ii A.D.).

German (Pape)

[Seite 713] ἡ, Vorberatung, Überlegung; ἐκ προβουλῆς, Antiph. 1, 3; D. Cass. 47, 4.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
délibération préalable.
Étymologie: προβουλεύω.

Greek (Liddell-Scott)

προβουλή: ἡ, πρόνοια, προμελέτη, ἐκ προβουλῆς, ἐκ προμελέτης τοῦ κακοῦ, Ἀντιφῶν 112. 10, Δίων Κ. 47. 4, κτλ.

Greek Monolingual

ἡ, Α
1. σκέψη ή απόφαση που προηγείται, προμελέτη
2. μόνιμη επιτροπή («ἡ βουλὴ καὶ ἡ προβουλή», επιγρ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + βουλή «σκέψη»].