ἔρδω
ἐπάμεροι· τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος → Neverlasting: What is a somebody? What is a nobody? You are a dream of a shadow | Creatures of a day. What is a someone, what is a no one? Man is the dream of a shade.
English (LSJ)
impf.
A ἔρδον Il.11.707, Ion. ἔρδεσκον 9.540, Hdt.7.33 : fut. ἔρξω Od.11.80, Hes.Op.327, A.Pers.1059(lyr.), S.Ph.1406 (troch.) : aor. ἔρξα Od.8.490, Hdt.5.65 ; and so in A.Th.923 (but ἦρξεν Ag.1529 codd.) : pf. ἔοργα Il.5.175, etc. ; 3pl. ἔοργαν Batr.179 : plpf. ἐώργειν, 3sg. ἐώργει Od.4.693, 14.289, ἐόργεε Hdt.1.127 : pf. part. Pass. ἐργμένος B.12.207 : aor. 1 part. Pass. ἐρχθείς ib.65. (Aspirated acc. to Sch.Ar.Ach.329, and so freq. in codd. of Hom., cf. Thgn.690, Epic. ap.Pl.Euthphr.12a : fr. ϝέργ-ψω (through ϝέρζδω), cf. ἔργον : impf. ἔερδον Sol. ap. Arist.Ath.12.3 : aor. 1 ἔϝερξα Inscr.Cypr.146 H. ; written βέρδηι in Schwyzer183 (Crete, iii/ii B. C.), cf. ϝηρόντων (imper.) GDI5013ii10, ϝήροντι ib.4987a2):—poet. and Ion. Verb, do, ὅσσ' ἔρξαν τ' ἔπαθόν τε Od.8.490 ; ἔρξον ὅπως ἐθέλεις Il.4.37 ; ἔρξον ὅπῃ.. νόος ἔπλετο 22.185 ; εἰ δέ κεν ὣς ἔρξῃς 2.364 ; εὖ ἔρξαντα 5.650, cf. Inscr.Cypr.l.c. ; οὔτε εὖ ἔρδων οὔτε κακῶς Thgn.368 ; αἴ τις τούτων τι ϝέρκσαι Leg.Gort.10.30 ; opp. πάσχω, ἔρξαι τε καὶ παθεῖν Pi.P.8.6 ; παθεῖν ἔρξαντες prob. in A.Ag.1658 (troch.) : freq. c. acc., ἔ. ἔργα βίαια, μέγα ἔργον, Od.2.236, 19.92 ; ἔ. φίλα, ἐσθλά, πολλά, etc., 15.360, Il.2.272, 9.320, etc. : sts. c. dat. pers., ὃς δὴ πολλὰ κάκ' ἀνθρώποισιν ἐώργει Od.14.289 ; μὴ Νυκτὶ..ἀποθύμια ἔρδοι Il.14.261, cf. Mosch.4.93 codd. : more freq. c. dupl. acc, ὅ με πρότερος κάκ' ἔοργε Il.3.351 ; κακὰ πολλὰ ἔοργε Τρῶας 5.175, cf. 9.540, A.Pers.236 (troch.), etc. ; ἀνήκεστον πάθος ἔ. τινά Hdt.1.137 ; also εὖ ἔ. τινά Thgn.105,955, Semon.7.80, etc. ; κακῶς Hdt.6.88, E.Med.1302 : without an Adv., ἔ. τινά to do one harm, S.Ph.683(lyr.) : less freq. with Subst. alone as object, ἔ. πήματα A.Pers.786 ; προσωφέλησιν S.Ph. 1406 (troch.) ; ἔρδοι τις ἣν ἕκαστος εἰδείη τέχνην let him practise.., Ar. V.1431 ; also φάρμακα ταῦτ' ἔρδοισα χερείονα μήτε τι Κίρκας Theoc.2.15:—Pass., τὸ καλῶς ἐργμένον B.12.207 ; εὖ ἐρχθέντος ib.65. 2 offer a sacrifice (cf. ῥέζω), not in pf. and plpf. ; ἔρδομεν ἀθανάτοισι τεληέσσας ἑκατόμβας Il.2.306 ; ἔ. ἱερὰ καλά Hes.Th.417 ; σφάγια θεοῖσιν ἔρδειν A.Th.231 ; Διὶ θυσίας Hdt.1.131:—Pass., θυσίη ἐρδομένη ὧδε Id.4.60 ; θανόντεσσιν ἐρδόμενον μέρος Pi.O.8.78 : abs., offer sacrifice, ἔρδειν..ἱεροῖς ἐπὶ βωμοῖς Hes.Op.136, cf. Porph.Abst.2.59.—Found in late Ion. Prose, Aret.CA2.3. (ῥέζω is another form of this verb.)
German (Pape)
[Seite 1022] nur praes. u. impf., att. ἕρδω, dazu von ἄργω fut. ἔρξω, perf. ἔοργα, ἔοργαν, Batr. 179, plusqpf. ἐώργειν, auch ἐόργεε, Her. 1, 127, – 1) machen, thun, vollbringen, ἔρδε, thue es, Il. 4, 29; ὅσσ' ἔρξαν τ' ἔπαθόν τε Od. 8, 490; so, thun im Ggstz des Leidens, Pind. P. 8, 6; πρὶν παθεῖν ἔρξαντα Aesch. Ag. 1643; ἔρξον ὅπως ἐθέλεις Od. 13, 145; φίλος εἴη καὶ φίλα ἔρδοι 15, 359; Hes., Pind. u. Tragg.; ἐπεὶ δοκεῖς τόδ' ἔρδειν καὶ λέγειν Aesch. Ag. 1633; θανάτῳ τίσας ἅπερ ἦρξεν 1511; ταχθεὶς τόδ' ἔρδειν Soph. Phil. 6; ἔρδουσιν ἢ μέλλουσι O. C. 1074; τόλμαν ἃν ἔρεξα Eur. Andr. 837; ἔρδοι τις ἣν ἕκαστος εἰδείη τέχνην Ar. Vesp. 1431; τινί τι, Einem Etwas anthun, Il. 14, 261; ὃς δὴ πολλὰ κακὰ ἀνθρώποισιν ἐώργει Od. 14, 289; 15, 360; gew. τινά τι, ὅ με πρότερος κάκ' ἔοργεν Il. 3, 351; σῦς κακὰ πόλλ' ἔρδεσκεν ἀλωήν 9, 450; ὅςτε ξεῖνον κακὸν ἔρξει Hes. O. 325; στρατὸς τοιοῦτος ἔρξας πολλὰ δὴ Μήδους κακά Aesch. Pers. 232; εὖ ἔρξαι τινά Theocr. 16, 25; κακῶς τινα, Her. 6, 88. – 21 opfern, ἱεροῖς ἐπὶ βωμοῖς Hes. G. 135; Διὶ θυσίας ἔρδειν Her. 1, 131, wie ἔρδομεν ἀθανάτοισι τεληέσσας ἑκατόμβας Il. 2, 306 u. öfter. Vgl. ῥέζω.